μισέρ

μισέρ
ο (Μ μισέρ)
βλ. μισσέρ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Ροζέττη — Γράφεται και Ρωζέττη. (Στα αραβικά Ρασίντ). Λέγεται και Ραχήτι (ov). Αιγυπτιακή πόλη χτισμένη στα παράλια της Μεσογείου, στην αριστερή όχθη του πιο δυτικού στομίου του Νείλου. Το 1799 ανακαλύφθηκε εκεί η περίφημη Στήλη της Ρ. Στην εκστρατεία του… …   Dictionary of Greek

  • μισσέρ — και μίσσερ και μισέρ, ο (Μ μισσέρ και μισέρ και μεσ[σ]έρ και μεσσίρ και μίσσερ και μισσέρε και μισσί και μισσιέρ και μισσίρ και μισσίρε) (στη Βενετία και στις βενετοκρατούμενες περιοχές) τιμητική προσηγορία ή προσφώνηση πριν από το όνομα ευγενών… …   Dictionary of Greek

  • προνοιάζω — Μ (στο Βυζάντιο) 1. παραχωρώ σε κάποιον πρόνοια, τιμάριο («τὸν Μισέρ Ὄτον ντε Ντουρνᾱ ἐπρονοίασεν ὡσαύτως / νὰ ἔχῃ τὰ Καλάβρυτα», Χρον. Μoρ.) 2. παθ. προνοιάζομαι ορίζομαι προνοιάριος*. [ΕΤΥΜΟΛ. < πρόνοια «τιμάριο, φέουδο»] …   Dictionary of Greek

  • Αλαμάνοι — Αριστοκρατικός οίκος από την Προβηγκία που εγκαταστάθηκε στη δυτική Πελοπόννησο κατά την Δ’ Σταυροφορία (1204). Ιδρυτής του οίκου στην Ελλάδα και πρώτος βαρόνος των Πατρών υπήρξε ο Μισέρ Γουλιάμος Αλαμανός. Οι συνεχείς προστριβές των Α. με τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”